Νίκος Πουλαντζάς

Νίκος Πουλαντζάς

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

Η ΑΤΙΜΗ Η ΓΛΩΣΣΑ

Η άτιμη η γλώσσα.

Λέει το λεξικό:
"Μέρισμα (Dividend)
Μέρισμα είναι το μερίδιο ανά μετοχή των καθαρών κερδών μιας εταιρείας που διανέμεται στους μετόχους της.
Τα μερίσματα συνήθως δίνονται σε μετρητά αλλά μπορούν να δοθούν και με την μορφή μετοχών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων. Τα μερίσματα παρέχουν ένα κίνητρο στους επενδυτές να κατέχουν μετοχές από μεγάλες εταιρίες ακόμα και αν δεν αναμένεται μεγάλη ανάπτυξη από αυτές.
Το μέρισμα συνήθως αναφέρεται με όρους χρηματικής αξίας, δηλαδή πόσα ευρώ θα αποδώσει κάθε μετοχή, αλλά μπορεί να αναφέρεται επίσης ως ποσοστό επί της αγοραίας αξίας της μετοχής, όρος γνωστός και ως μερισματική απόδοση.
Οι εταιρίες δεν είναι υποχρεωμένες να αποδώσουν μέρισμα."

Μέρισμα, λοιπόν. Μέρισμα από τα καθαρά κέρδη της εταιρείας (=κράτους). Που δίνεται άμα θέλει. Σα ρεγάλο, χαρτζιλίκι, ελεημοσύνη. Γιατί το κράτος δεν έχει μετόχους που μπορεί να πουλήσουν τις μετοχές. αν το μέρισμα δεν είναι ικανοποιητικό.
Μέρισμα που δίινεται σε μετόχους = κατόχους κεφαλαίου.
Εκεί, στη σκοτεινή Γερμανία στην κρίση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και με τον επερχόμενο ναζισμό, εμφανίστηκε ο Ordoliberalismus. Ελεύθερη αγορά και ισχυρό κράτος. Με αριστοκρατική καταγωγή και συγγένειες με τον Schmitt. Μεταξύ των άλλων ήταν κατά της προλεταριοποίησης. Όχι επί της ουσίας, επί της ιδεολογίας. Να κάνουμε τους προλετάριους επιχειρηματίες, έλεγαν.
Το έκανε ο Becker με τη θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου του.
Το κάνει και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Μέρισμα. Άτιμη γλώσσα, πόσα αποκαλύπτεις όσο προσπαθείς να τα σκεπάσεις.
Γλώσσα μαρτυριάρα ....

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017

DAVID HARVEY «ΜΑΧΗΤΙΚΗ ΙΔΙΑΤΕΡΟΤΗΤΑ» ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ



Θα ήθελα να ευχαριστήσω εκ νέου τον φίλο και εκδότη του Angelus Novus Τάσο Ευσταθίου για την τιμή που μου έκανε να μου αναθέσει την επιστημονική επιμέλεια του βιβλίου του David Harvey. Ομολογώ ότι η επιμέλεια ήταν μια δύσκολη, αλλά ταυτοχρόνως σαγηνευτική περιπέτεια και θέλω να ελπίζω ότι η προσπάθειες του μεταφραστή Γιάννη Βογιατζή, της επιμελήτριας Λένιας Μαζαράκη και του ομιλούντος, μπόρεσαν να αποδώσουν ικανοποιητικά τα νοήματα των κειμένων που συναποτελούν το βιβλίο.
Για να γίνει κατανοητή η δυσκολία, αρκεί να παραπέμψω, στην ίσως υπερβολική, αλλά ενδεικτική, απόφανση του D. Gregory, ο οποίος προλογίζοντας έναν συλλογικό τόμο αφιερωμένο στη συνεισφορά του Harvey, σημειώνει: «το έργο του εξαπλώνεται σε περισσότερα από σαράντα χρόνια και έχει ταξιδέψει στα πεδία περισσότερο από σαράντα επιστημονικών αντικειμένων».[1]  Αυτή η πολυδιάστατη, πολυεπιστημονική, συνήθως διεπιστημονική, διαπραγμάτευση του χώρου και των κοινωνικών διεργασιών σε σχέση με το χώρο, αποτέλεσε πρόκληση για τους συντελεστές της ελληνικής έκδοσης.



Δεν σκοπεύω να επαναλάβω τη συνοπτική παρουσίαση των ένδεκα κειμένων που συνθέτουν τις δύο διακριτές διαδρομές του Harvey στο βιβλίο αυτό: τη διαδρομή στο χώρο και το χρόνο και τη διαδρομή της δικής του επιστημονικής αναζήτησης. Ήδη το έχω επιχειρήσει αλλού: η επανάληψη μπορεί να είναι η μητέρα της μάθησης, αλλά είναι και η μαμή της βαριεστιμάρας. Θα μου επιτρέψετε να μιλήσω για δύο ζητήματα που προκύπτουν από τα κείμενα και τις διαδρομές του Harvey. Το ένα το είχα προαναγγείλει και αφορά την «μαχητική ιδιαιτερότητα», το δεύτερο αποτελεί μια επιστημολογική παρατήρηση στις θεωρητικές μετατοπίσεις του Harvey. Σχετίζεται με τον τρόπο που ο Harvey κατανοεί την κοινωνική δυναμική, και επομένως, με τη σχέση του με το έργο του Μαρξ, αλλά θα μείνω σε μια μερικότερη αποτίμηση.
Να σημειώσω ότι αυτό που ακολουθεί είναι ένα «διάβασμα» του Harvey, όχι κατ’ ανάγκη αυτό που ο Harvey εννοεί απολύτως. Όπως το ερώτημα «τι θέλει να πει ο ποιητής» είναι άνευ αντικειμένου, αλλά το ερώτημα «τι λέει στον αναγνώστη το ποίημα» είναι κρίσιμο, έτσι και το αντίστοιχο ερώτημα για το τι εννοεί ο συγγραφέας οποιουδήποτε κειμένου είναι χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο. Ο Δημήτρης Χατζής το είχε διατυπώσει υπέροχα στο Σαμπαθάϊ Καμπιλή:
«Και τι πειράζει;» γέλασε ο Γιοζέφ. «Μήτε εγώ, μήτε συ μήτε κανένας δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα κείμενα. Μόνο τα ξηγάμε, άλλος έτσι, άλλος αλλιώς».
Ας αρχίσουμε με το δεύτερο, γιατί μας επιτρέπει και μια καλύτερη κατανόηση του πρώτου.
Ο Harvey σπουδάζει Γεωγραφία στο Cambridge, εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή για το αγροτικό Kent και τις μεταβολές που σημειώνονται κατά τον 19ο αιώνα, αναλαμβάνει θέση Λέκτορα στη Γεωγραφία στο Bristol και η πρώτη του σημαντική δημοσίευση (Explanations in Geography, 1969) αποτελεί συνεισφορά σε μια προσέγγιση της γεωγραφίας που ο ίδιος περιγράφει ως «ποσοτική επανάσταση στη γεωγραφία» (σ. 29). Η προσέγγισή του κινείται αυστηρά στα πλαίσια του θετικισμού, καθώς μέλημα του βιβλίου του είναι να εφαρμόσει φιλοσοφικές αρχές θετικιστικού χαρακτήρα στο επιστημονικό πεδίο της γεωγραφίας. Ο θετικισμός του Harvey αποκαλύπτεται στις αρχές επιστημονικής μεθόδου που επικαλείται: Χρήση των μαθηματικών, σαφώς καθορισμένες έννοιες που συνδέονται με κανόνες λογικής και που οδηγούν παραγωγικά σε λογικά συμπεράσματα, εμπειρικός έλεγχος των συμπερασμάτων.  
Στο πρώτο άρθρο του βιβλίου, γραμμένο το 1971, ο Harvey θεωρεί ότι αυτή η μέθοδος ανάλυσης του χώρου δεν έχει να προσφέρει τίποτα περισσότερο:

«Η ποσοτική επανάσταση έκλεισε τον κύκλο της και, απ’ ό,τι φαίνεται, έχουν αρχίσει να επικρατούν φθίνουσες οριακές αποδόσεις· λίγη ακόμα παραγοντική οικολογία, άλλη μια απόπειρα να μετρηθεί το φαινόμενο των φθινουσών επιδράσεων καθώς αυξάνεται η απόσταση, άλλη μια απόπειρα να διακριθεί το γεωγραφικό εύρος της αγοράς ενός αγαθού μάς λένε όλο και λιγότερα αξιόλογα πράγματα (σ. 33).
Σε όρους τους επιστημολογίας του Lakatos, ο Harvey περιγράφει ένα εκφυλιζόμενο πρόγραμμα επιστημονικής έρευνας. Αλλά ο Harvey είναι περισσότερο απόλυτος: είναι καιρός για μια επιστημονική επανάσταση στην επιστήμη της γεωγραφίας. Η έννοια της «επιστημονικής επανάστασης» προέρχεται από την επιστημολογία του Kuhn, την οποία αποδέχεται ο Harvey, με κάποιες επιφυλάξεις.
Σε τι συνίσταται αυτή η επιστημονική επανάσταση: Ο Harvey την ορίζει σε όρους αναζήτησης της «κρυμμένης, αλλά μόνιμης, παρουσίας του χώρου» στη δομή του Κεφαλαίου του Μαρξ. Και αυτό καθορίζει την μετέπειτα επιστημονική του ενασχόληση: Τα Κεφάλαια 2 και 3 του βιβλίου και το Social Justice and the City (1973) προετοιμάζουν το The Limits to Capital (1982).
Η διαλεκτική, συνεπώς, εμφανίζεται ως η νέα μέθοδος ανάλυσης της κοινωνικής πραγματικότητας. Μια εξέλιξη λίγο ως πολύ προκαθορισμένη από το είδος του ερωτήματος που έθετε ο Harvey ήδη από την εποχή που ήταν θετικιστής: η διασύνδεση μεταξύ χωρικών δομών και κοινωνικών διεργασιών σε μια διαδικασία αμοιβαίας μεταβολής. Μια προβληματική αυτού του είδους δύσκολα μπορούσε να συμβιβαστεί με την έννοια του στατικού, περικλείοντος, χώρου της θετικιστικής γεωγραφίας.
Η μεταβολή, συνεπώς, είναι αποτέλεσμα, όχι μόνον των βιωμάτων του Harvey μετά τη μετακίνησή του στη Βαλτιμόρη, όπως μια κοινωνιολογική προσέγγιση της επιστημονικής γνώσης προτείνει[2], αλλά σχετίζεται με το είδος των ερωτημάτων που τίθενται. Ο χώρος ως δομή ήδη διαμορφωμένη που καθορίζει τις κοινωνικές διεργασίες, οι οποίες, με τη σειρά τους, τροποποιούν τη χωρική δομή. Η διαλεκτική του προσφέρει τις έννοιες της αντίφασης και της κρίσης, τις αβεβαιότητας και του προσωρινού των εκφάνσεων, του συνεχώς γίγνεσθαι. Αλλά και το πεδίο της ενεργού συμμετοχής στην πολιτική.
Ο Harvey δηλώνει με σαφήνεια τον πολιτικό ριζοσπαστικό ακτιβισμό του ήδη από το πρώτο άρθρο του βιβλίου το 1971 όταν δηλώνει ότι «θέλουμε να πάψει να είναι αληθινή η θεωρία του φον Τύνεν για την αγορά ακινήτων στις πόλεις», προτείνοντας τη μεταβολή των συνθηκών που της επιτρέπουν να επαληθεύεται. Ο θετικιστής Harvey αποδέχεται τα ευρήματα, όπως τα ερμηνεύει η συμβατική θεωρία, ο κοινωνικά κριτικός Harvey καταφεύγει στον βολονταρισμό, σε πρώτο επίπεδο, με αυτό το εμφατικό «θέλουμε», ή σε ένα λιγότερο προφανές πολιτικό πρόγραμμα. Η κριτική, συνεπώς, προς τη συμβατική θεωρία προέρχεται από την οπτική της κοινωνικής δικαιοσύνης: Οι συνθήκες αρχικής ανισότητας αναπαράγονται οξύνοντας τις ανισότητες. Οι αναφορές του στη μαρξιστική φιλολογία περιλαμβάνουν τα πρώιμα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα και τη Γερμανική Φιλοσοφία του Μαρξ και την Κατάσταση της Εργατικής Τάξης στην Αγγλία του Ένγκελς, δηλαδή, κατά μία εκδοχή, στον Μαρξ πριν από τον Μαρξ. 
Υπάρχει, όμως, και μια δεύτερη μεταστροφή του Harvey, πολύ λιγότερο αισθητή και συζητημένη. Την εντοπίζουμε στα πρόσφατα έργα του και αναπτύσσεται θεωρητικά στο άρθρο για το περιβάλλον στο βιβλίο (1993, Κεφάλαιο 7) και πολιτικά στα επόμενα έργα.



Ο Harvey στα πρόσφατα έργα του απορρίπτει την Καρτεσιανή και τη Νευτώνια προσέγγιση στο όνομα μιας διαλεκτικής που στηρίζεται στην «αρχή της συμπληρωματικότητας» της κβαντομηχανικής. Χωρίς να μπούμε στην αναλυτική παρουσίαση του επιχειρήματος, το οποίο διατυπώνεται κυρίως στις σελίδες 245 κ.ε. του βιβλίου, θα υποστηρίξω ότι με την αντίληψη αυτή οι αιτιώδεις σχέσεις και οι καθορισμοί σχετικοποιούνται, μετατρέπονται σε σύνολο πολλαπλών προσδιορισμών χωρίς ιεραρχική δομή. Μια τέτοια αντίληψη απέχει πολύ από τη διαλεκτική του Μαρξ και προσεγγίζει εκείνη του Φουκώ, παρά το γεγονός ότι ο Harvey δεν φαίνεται να έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με το έργο του τελευταίου. Όμως η διπλή κίνηση της μαρξιανής διαλεκτικής από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο και από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο, όπως και ο ορισμός του συγκεκριμένου ως αποτέλεσμα πολλαπλών προσδιορισμών εντέλλεται την ύπαρξη ιεραρχημένων αιτιωδών σχέσεων. Αλλιώς, ούτε καν μια αφαίρεση πρώτης βαθμίδας δεν έχει νόημα.
Να σημειώσω παρενθετικά ότι ο Phillip Mirowski, ειδικός σε θέματα επιστημολογίας των οικονομικών, θεωρεί ότι η άκριτη και εύκολη μεταφορά μεθόδων και επιστημολογικών αρχών από τις φυσικές επιστήμες στις κοινωνικές επιστήμες έχει εμποδίσει τις κοινωνικές επιστήμες να αποκτήσουν τις μεθοδολογίες που είναι προσήκουσες στο αντικείμενό τους. Η κλασική πολιτική οικονομία και ο Μαρξ έχουν βασιστεί σε μια καρτεσιανή – νευτώνια κοσμολογία, όπου η έννοια της ύλης αντικαθίσταται από την έννοια της αξίας, ενώ η νεοκλασική θεωρία βασίζεται στα αξιώματα της θερμοδυναμικής – είναι, άλλωστε, γνωστή η ρήση του Samuelson - όπου η έννοια της ενέργειας αντικαθίσταται από την έννοια της χρησιμότητας.   
Πέραν, όμως  από αυτή τη θεωρητική μετατόπιση – την οποία ο Harvey δεν αντιλαμβάνεται ως τέτοια – θα πρέπει να εντοπίσουμε τις πολιτικές συνεπαγωγές. Και εδώ θα γυρίσω στο πρώτο ζήτημα, της «μαχητικής ιδιαιτερότητας».   
Το κείμενο αυτό με τίτλο «Μαχητική Ιδιαιτερότητα και Παγκόσμιες Φιλοδοξίες» είναι το 8ο Κεφάλαιο του βιβλίου. Δημοσιεύεται αρχικώς ως εναρκτήριο Κεφάλαιο στο Justice, Nature and the Geography of Difference (1996) ένα βιβλίο που. όπως ομολογεί ο ίδιος, παρουσιάζει σοβαρές αναλυτικές αδυναμίες. Το βιβλίο προσπάθησε να αντιμετωπίσει την οξεία κριτική που είχε δεχθεί ο Harvey από φεμινιστικούς κύκλους – μεταξύ των οποίων και από την Doreen Massey – για το βιβλίο του Η Κατάσταση της Μετανεωτερικότητας (1989). Η κριτική κατά του Harvey συνίστατο αφ’ ενός στην αγνόηση του γυναικείου ζητήματος και, κυρίως, στην εμμονή του στις ταξικές κατηγορίες και τον μαρξισμό.
Ο Harvey αποπειράται στο βιβλίο αυτό να πετύχει τρία πράγματα: Πρώτον, να ενσωματώσει την φεμινιστική κριτική και της προσέγγισης των «ταυτοτήτων», δεύτερον, να υπερασπιστεί την μαρξιστική προσέγγιση και, τρίτον, να διασφαλίσει ένα σημαντικό ρόλο στην έννοια της κοινωνικής τάξης. Προκειμένου να πετύχει τους τρεις αυτούς στόχους υποχρεώνεται να αποδεχθεί σημαντικά στοιχεία μεταδομισμού και μετανεωτερικών αναλύσεων. Έτσι, η θέση του για τον κομβικό ρόλο των κοινωνικών τάξεων, μιλώντας για τις «σημαντικές διαφορές», καθίσταται περισσότερο διακηρυκτική παρά αναλυτική, αφού ήδη μεθοδολογικά έχει εγκαταλείψει το πεδίο των ιεραρχημένων αιτιωδών σχέσεων.
Η κοινωνική τάξη, μαζί με το φύλο, τη φυλή, τις ερωτικές προτιμήσεις, τις ποικιλίες των οικολογικών κινημάτων, τις ηλικιακές κατηγορίες τοποθετούνται σε ένα επίπεδο ισοδυναμίας, συναποτελούν στοιχεία των ατομικών ταυτοτήτων σε μια κοινωνία διασπασμένων και περιχαρακωμένων βιωμάτων. Ο Harvey προσθέτει στον κατάλογο ένα ακόμη στοιχείο, τον χώρο, ή ορθότερα, την τοπικότητα, επιδιώκοντας να αποκαταστήσει έναν παράγοντα μερικής συνεκτικότητας.
Ο τόπος αποτελεί για τον Harvey το κρίσιμο στοιχείο που προσδιορίζει την «ιδιαιτερότητα». Είναι ο τόπος του εργοστασίου της Morris-Rover στην Οξφόρδη και είναι ο τόπος των Μαύρων Ορέων και της Border Town των μυθιστορημάτων του Raymond Williams. Ο τόπος που επιτρέπει η μαχητικότητα να εκφραστεί, οργανωμένη στην παράδοση και στις σχέσεις αλληλεγγύης, αλλά που την εμποδίζει, ταυτόχρονα, να αναζητήσει ευρύτερες συνθέσεις, να αποκτήσει «παγκόσμια φιλοδοξία».
Έχω την αίσθηση ότι με το εναρκτήριο Κεφάλαιο του Justice, Nature and the Geography of Difference ο Harvey προσφέρει μια θυσία εξευμενισμού προς τους κριτικούς του, μια θυσία η οποία πολύ λίγο εκτιμήθηκε ως τέτοια και που οδήγησε σε απαίτηση για μεγαλύτερες υποχωρήσεις. Είναι μια γνωστή εξέλιξη, όταν το επίδικο αντικείμενο τίθεται προς διαπραγμάτευση. Ο Harvey πιστεύει ότι το πολιτικό ζήτημα της ποθητής ενότητας του εργατικού κινήματος με τα ποικίλα κινήματα ταυτότητας μπορεί να επιλυθεί μέσω διαπραγματεύσεων. Αλλά αυτά σηκώνουν πολύ συζήτηση, θεωρητική και πολιτική και ας τα αφήσουμε εκεί – προς το παρόν τουλάχιστον.
Ο Harvey καταφεύγει στον Raymond Williams για να ερμηνεύσει την οριακή (border) θέση που καταλαμβάνει στη σύγκρουση για τη διάσωση των θέσεων εργασίας της αυτοκινητοβιομηχανίας στην Οξφόρδη. Ο Harvey συμμετέχει ενεργά, αλλά διαφωνώντας με τον εργατισμό που συνέχει το εργατικό συνδικάτο, αναζητά τη δημιουργία ενός ευρύτερου κινήματος της πόλης. Φαίνεται να υπονοεί ότι η μάχη είναι χαμένη, το εργοστάσιο θα κλείσει και ο χώρος του θα παραδοθεί σε ένα νέο σχέδιο οικιστικής ανάπλασης. Ο μαχητικός εργατικός αγώνας είναι μια έκφραση ενός particularism, μιας συνεκτικότητας της ομάδας εδαφοποιημένης στο εργοστάσιο, ο διανοούμενους Harvey έχει την ευρεία εικόνα, φιλοδοξεί για έναν παγκόσμιο επανακαθορισμό των πολιτικών προτεραιοτήτων. Όχι τυχαία επικαλείται τη φιλολογία, τα μυθιστορήματα του Raymond Williams, αναζητώντας να κατανοήσει αυτή ακριβώς τη μαχητική συνεκτικότητα που απομονώνει την ομάδα των εργατών, ενώ, ταυτοχρόνως, τους δίνει τη δύναμη να διεκδικήσουν, έστω και προσωρινά, την αξιοπρέπεια του αγώνα.  Ο μεθοδολογικός υπερπροσδιορισμός, η πληθώρα καθορισμών χωρίς ιεράρχηση αιτίων, οδηγεί σε ατομική αναστολή αποφάσεων. Μια κατάσταση intellectual indecision, διανοητικής αμηχανίας.
Είπα στην αρχή ότι το ερώτημα «τι θέλει να πει ο ποιητής» δεν έχει νόημα. Το νόημα δίνεται από τον αναγνώστη, αν ακουμπάει τα βιώματα και τις ανησυχίες, αν ζωντανεύει αναμνήσεις, αν σχετίζεται με το παρελθόν ή το παρόν. Υπάρχει ένα απόσπασμα του Raymond Williams που παραθέτει ο Harvey, το οποίο ίσως δεν πολυκαταλαβαίνει. Είναι στη σ. 282 του βιβλίου και θα μου επιτρέψετε να σας το διαβάσω.



"Η κρίση που με περιέβαλλε μετά τον θάνατο του πατέρα μου, που ήταν σοσιαλιστής και σιδηροδρομικός –δεν έχω καταφέρει να το εξηγήσω αυτό σωστά, ίσως να το εξήγησα εν μέρει στο μυθιστόρημά μου Border Country–, ήταν ένα αίσθημα ήττας μιας πολύτιμης ιδέας. Πιθανόν η αντίδρασή μου να ήταν παράλογη. Εντάξει, πέθανε, πέθανε πολύ νωρίς, αλλά οι άντρες και οι γυναίκες πεθαίνουν όντως. Ήταν όμως πολύ δύσκολο να μην τον δω σαν θύμα στο τέλος. Υποθέτω ότι αυτή η εμπειρία με έκανε να επιστρέψω στο ιστορικό μυθιστόρημα που γράφω τώρα, το People of the Black Mountain, το οποίο αφορά τις μετακινήσεις στην ιστορία, σε μια πολύ μεγάλη χρονική περίοδο, μέσα και διά μέσου ενός συγκεκριμένου μέρους στην Ουαλία. Και αυτή η ιστορία συνιστά ένα αρχείο […] ήττας, εισβολής, θυματοποίησης, καταπίεσης. Όταν βλέπει κανείς τι συνέβη στους ανθρώπους που αποτελούν τους προγόνους μου, του φαίνεται σχεδόν απίστευτο. […] Οι ήττες ήταν επανειλημμένες και το μυθιστόρημά μου προσπαθεί να εξετάσει απλώς την πιθανότητα να επιβιώσει το οτιδήποτε. Δεν μιλάω για μια απλή πατριωτική απάντηση: είμαστε Ουαλοί και είμαστε ακόμα εδώ. Μιλάω για την ανεξάντλητη προσαρμοστικότητα, ίσως και πονηριά, με την οποία κατάφεραν να επιβιώσουν οι άνθρωποι αυτοί υπό τις πιο δυσμενείς συνθήκες, καθώς και για την εντυπωσιακή ποικιλία πεποιθήσεων με τις οποίες εξέφρασαν την αυτονομία τους. Μια αίσθηση αξίας που έχει βρει τον δρόμο της μέσα από διαφορετικά είδη καταπίεσης κάθε λογής […] μια βαθιά ριζωμένη και ακατάλυτη, εντούτοις μεταβαλλόμενη επίσης, ενσάρκωση των δυνατοτήτων της κοινής ζωής."
        
Δεν ξέρω τι μπορεί να μετουσιώνει ο Harvey από το απόσπασμα αυτό. Ή μάλλον ξέρω: Μια επιβεβαίωση της θεωρητικής του προσέγγισης για την μαχητική ιδιαιτερότητα σε σχέση με το χώρο. Όμως, όταν το είδα, το μυαλό μου πήγε στα καθ’ ημάς. Στην ιστορία αυτού του τόπου, των αγώνων, των ηττών, εθνικών, ταξικών, συλλογικών και ατομικών, των συνεχειών και των παραιτήσεων, της προσπάθειας για επιβίωση, έστω και με δολιότητα. Η πικρή αίσθηση της ήττας που μετουσιώνεται σε αγώνα, η νικηφόρα αίσθηση του αγώνα που μετουσιώνεται σε ήττα για να αρχίσει εκ νέου. Η αλυσίδα των αγών και η αλυσίδα των ηττών. Του παρελθόντος που είναι πάντοτε παρόν.
Αν η «θέση στο μεταίχμιο» του Harvey είναι διανοητική, η αντίστοιχη του Raymond Williams είναι κοινωνική, έστω και αν ο χώρος αποτυπώνει τις ταξικές διαφορές, ή αν οι ταξικές διαφορές χωροθετούνται, οργανώνουν και οργανώνονται στο χώρο. Στο κείμενό του Η σημασία της Κοινότητας[3]  γράφει για τις πρώτες διαλέξεις που παρακολούθησε στο Cambridge:  
«Ο καθηγητής Knight … είπε ότι η λέξη «γειτονιά» στον Shakespeare εννοεί κάτι που κανένας άνθρωπος του 20ου αιώνα δεν μπορεί να κατανοήσει, γιατί σήμανε μια ολόκληρη σειρά υποχρεώσεων και ευθυνών πολύ πάνω του απλού γεγονότος της φυσικής εγγύτητας».
Και ενώ όλοι οι συμφοιτητές του κουνούσαν καταφατικά το κεφάλι τους, ο Raymond Williams σηκώθηκε «κατευθείαν απ’ το χωριό του», όπως γράφει, και είπε: «Ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει γειτονιά με την πλήρη έννοια της λέξης».
Αγαπητοί μου φίλοι, σας βεβαιώνω ότι κι εγώ ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει «γειτονιά», και τι σημαίνει «μεταίχμιο» χωρικό και κοινωνικό.           



[1]               N. Castree – D. Gregory (eds), David Harvey: A Critical Reader, 2006, Blackwell. 
[2]               T. Barnes, “Between Deduction and Dialectics: David Harvey on Knowledge”, στο N. Castree – D. Gregory (eds), David Harvey: A Critical Reader, 2006, Blackwell.
[3]               R. Williams, Resources of Class and Community, σ. 111 κ.ε.

Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2017

ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΣΕΦΕΡΙΑΔΗ: ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΝΗΜΑ ΜΙΑΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ - ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ


 Το κείμενο αυτό αποτελεί την εισήγησή μου στην παρουσίαση του βιβλίου του Σεραφείμ Σεφεριάδη, μαζί με τον συγγραφέα του και τους Γιάνη Γιανουλόπουλο, Γιάννη Κουζή και Γιάννη Μαυρή, στις 16 Οκτωβρίου 2017, στο Polis Art Café. 




Το βιβλίο του Σεραφείμ Σεφεριάδη (2017, εκδόσεις Τόπος), είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό που μια επιπόλαιη ματιά θα αντιλαμβανόταν: ένα σύνολο κειμένων, γραμμένων σε διαφορετικές στιγμές των δέκα τελευταίων χρόνων με αφορμή, κυρίως, την τρέχουσα συγκυρία και τα οποία αποτυπώνουν την οπτική του συγγραφέα.  Με κανέναν τρόπο δεν έχουμε να κάνουμε με μια συλλογή συγκυριακών κειμένων. Έστω κι αν είναι γραμμένα για το «ευρύ κοινό» των εφημερίδων, συγκροτούν μια διεισδυτική, θεωρητικά κατευθυνόμενη, εξέταση της συγκυρίας. Χωρίς να συνιστούν περιγραφικά κείμενα – πρώτη ύλη του ιστορικού του μέλλοντος, θα αποτελέσουν  πολύτιμο ερμηνευτικό οδηγό του έργου του. Αλλά και αποτελούν πολύτιμο ερμηνευτικό οδηγό κατανόησης και αναστοχασμού δικό μας, των συγχρόνων, που ζήσαμε αυτά τα χρόνια όχι ως αποστασιοποιημένοι μελετητές των φαινομένων, αλλά ως ενεργοί πολίτες, ως βιώσαντες.
Ταυτοχρόνως, όπως ορθά επισήμανε ο Γιάνης Γιανουλόπουλος στην παρουσίαση του βιβλίου, κάθε ένα από αυτά θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ανάλυσης και συζήτησης. Η αυτονομία των κειμένων που συναποτελούν το βιβλίο, όμως, παραμένει προσδιορισμένη από τις βασικές αρχές, θεωρίας και μεθόδου, που τα παράγουν, προσδίδοντας στο σύνολο την ενότητά του.
Ας δούμε τους όρους που συνθέτουν αυτήν την ενότητα. Ήδη καταγράφονται  στον τίτλο του βιβλίου: «Κόκκινο Νήμα» αφ’ ενός, «δεκαετία» αφ’ ετέρου. Στον υπότιτλο υπάρχει και μια δεύτερη χρονική, αλλά και ποιοτική, διευκρίνιση, «τα χρόνια της κρίσης», εισάγοντας τη λέξη «κρίση». Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με αυτές τις τρεις λέξεις: «νήμα», «δεκαετία», «κρίση».
Ας αρχίσουμε με τις δύο τελευταίες λέξεις: Ποια είναι αυτή η δεκαετία και γιατί συνδέεται με την «κρίση»; Και ποια είναι αυτή η «κρίση» και πώς οριοθετεί το χρόνο, το πλαίσιο της δεκαετίας; Τα κείμενα του βιβλίου, άρθρα, συνεντεύξεις, εισηγήσεις σε ποικίλες εκδηλώσεις, τοποθετούνται χρονικά στο πλαίσιο μιας δεκαετίας: Από το 2007 ως σήμερα με λίγες προγενέστερες εξαιρέσεις. Η χρονική αυτή οριοθέτηση αποκτά τη σημασία της μόλις συνδεθεί με τον προσδιορισμό της: τα χρόνια της κρίσης. Η κρίση, συνεπώς, είναι η έννοια που οργανώνει το περιεχόμενο, που του δίνει τη συνεκτικότητά του.
Αλλά για ποια κρίση πρόκειται; Μια πρώτη απάντηση θα ήταν, φυσικά, η οικονομική κρίση, η κρίση που εκδηλώθηκε το 2008 και η οποία, στην περίπτωση της Ελλάδας, εντάθηκε μέσω των Μνημονίων και συνεχίζεται ως σήμερα, «χωρίς φως στην άκρη του τούνελ», παρά μόνο το αμυδρό αντιφέγγισμα που προσφέρουν οι απόπειρες κανονικοποίησής της.
Μια τέτοια ερμηνεία δεν θα ήταν άστοχη: Έστω και αν η κρίση είναι οικονομική, προκύπτει, δηλαδή, κυρίως, από οικονομικούς μηχανισμούς, τα αίτια και οι συνέπειες δεν είναι μόνον οικονομικά, ούτε περιορίζονται στην οικονομία, Ούτε είναι μόνον γεωγραφικά: η κρίση δεν είναι περιορισμένη στην Ελλάδα. Προκύπτει ως αποτέλεσμα μηχανισμών που εγκαθιδρύθηκαν σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο εκφράζοντας την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου και του πολιτικού προγράμματος του νεοφιλελευθερισμού.
Ο Σεραφείμ Σεφεριάδης γνωρίζει πολύ καλά και την πολλαπλότητα των αιτίων και την ευρύτητα των συνεπειών της κρίσης. Και τοποθετείται στα σύντομα και συγκυριακά του κείμενα ανατέμνοντας αίτια, εκφάνσεις και συνέπειες, αφαιρώντας τα ψιμύθια του νεοφιλελεύθερου επιχειρήματος συστηματικά και αποτελεσματικά, επιτρέποντας να αναδειχθεί το αποτρόπαιο πρόσωπο πίσω από το προσωπείο.
Πιστεύω, όμως, ότι υπάρχει μια δεύτερη, αναγκαία κι αυτή, ανάγνωση της κρίσης, η οποία είναι περισσότερο κρίσιμη: Η ανάδειξη και η πτώση των κοινωνικών κινημάτων που, είτε αναφερόμενα στην γενικότερη κρίση της περιόδου, είτε σχετικώς ανεξάρτητα από αυτήν, αποτελούν το υλικό επιστημονικής αναζήτησης του Σεφεριάδη. Από τα κινήματα του Πανεπιστημίου και το κίνημα που ξεσπά με βιαιότητα μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου ως τα κινήματα των πλατειών, αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες και μετανάστες, το κίνημα κατά της ξενοφοβίας και του νέου φασισμού.
Ήδη στην Εισαγωγή του στο βιβλίο ο Σεφεριάδης μας εισάγει στη θεματολογία αυτή με τη διάκριση μεταξύ ακαδημαϊκών και ακτιβιστών. Στο θέμα θα επανέλθω, αλλά ας γυρίσουμε στο νήμα, που είναι κόκκινο.
Ο Σεφεριάδης στην Εισαγωγή του βιβλίου χρησιμοποιεί δύο φορές τον όρο «κόκκινο νήμα». Την πρώτη φορά (σ. 12) για να δηλώσει ότι το σύστημα νοημάτων που εκπέμπεται  από το λόγο και τη γραφή ακαδημαϊκών και ακτιβιστών είναι κοινό. Υπάρχει ένα κοινό νήμα αμφισβήτησης (εξ ου και κόκκινο) και ανατροπής, παρά τις διακριτές λειτουργίες που επιτελούνται. Την δεύτερη φορά γράφει:
«… αν κάτι συνεκτικά, ως ‘κόκκινο νήμα’, διατρέχει το πόνημα, αυτό είναι η σημασία της πολιτικής ως ελλόγου μετασχηματιστικού διαβήματος». (σ. 13).
Οι δύο αυτές αναφορές στο «κόκκινο νήμα» δεν είναι αντιφατικές: η δεύτερη λειτουργεί συμπληρωματικά, διευκρινίζοντας την πρώτη. Νομίζω αυτό είναι το κλειδί κατανόησης του βιβλίου, ο μίτος της Αριάδνης, που μας επιτρέπει να κινηθούμε με ασφάλεια στις αντιφατικές εκφάνσεις μιας σκληρής πραγματικότητας. Μας επιτρέπει, για να χρησιμοποιήσω μια μεταφορά που χρησιμοποιεί ο Σεφεριάδης, να κινηθούμε χαρτογραφικά, χρησιμοποιώντας ειδικούς χάρτες για τα μικρά (που δεν είναι καθόλου ασήμαντα) και τα μεγάλα.
Αλλά η «η σημασία της πολιτικής ως ελλόγου μετασχηματιστικού διαβήματος» είναι δηλωτική των αποστάσεων που χωρίζουν την προσέγγιση του πολιτικού φαινομένου από τον Σεφεριάδη σε σχέση με τον συντηρητικό ορισμό της πολιτικής ως «τέχνης του εφικτού», δηλαδή της a priori αποδοχής του υπαρκτού ως δεσμευτικού πλαισίου δράσης. Η πολιτική, και ελπίζω να μην παραποιώ την άποψη του Σεφεριάδη, συνιστά πράξη που διευρύνει το πεδίο των διαθέσιμων επιλογών μετασχηματίζοντας το υπάρχον σύστημα εξουσίας. Αλλιώς, η πολιτική, ως τέχνη του εφικτού, μετατρέπεται η ίδια σε διαχείριση, κάτι που έχουμε εμπεδώσει πολύ καλά με την εμπειρία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.  Η έλλειψη του χάρτη και η έλλειψη της πυξίδας.
Τα κοινωνικά κινήματα επαναφέρουν στο προσκήνιο εκείνη την έννοια της πολιτικής που αντιτίθεται στην πολιτική ως διαχείριση. Τα κοινωνικά κινήματα απαιτούν μετασχηματισμούς του υπάρχοντος, μεταβολή του ισχύοντος, άλλοτε μικρής και άλλοτε μεγάλης κλίμακας, άλλοτε προς τη μια ή προς την άλλη κατεύθυνση. Τα κοινωνικά κινήματα στις ποικίλες εκφάνσεις τους γεννιούνται από τις αντιφάσεις ενός κοινωνικού συστήματος που δομείται πάνω στις κοινωνικές ανισότητες και, περαιτέρω, οργανώνει και θεσμοποιεί τις κοινωνικές ανισότητες.
Η μεταφορά του χάρτη της μικρής και της μεγάλης κλίμακας, νομίζω ότι, μας επιτρέπει μια επαρκή προσέγγιση των κοινωνικών κινημάτων: Τα κοινωνικά κινήματα αρθρώνονται με αναφορά σε ειδικά αιτήματα. Αυτή η ειδικότητα των αιτημάτων, αιτήματα ισότητας, περιβάλλοντος, αστικής συμμετοχής και επαναδιαπραγμάτευσης του κοινού χώρου, τα προσδίδει το μεταρρυθμιστικό τους χαρακτήρα, αλλά και τα καθιστά ευάλωτα: αρκεί να υπομνήσω το κραταιό φεμινιστικό κίνημα των δεκαετιών 60 και 70 και τη σημερινή σιγή του σε πληθώρα καταστάσεων, διαδικασιών και αντιλήψεων που υποτιμούν τη γυναίκα: Το φύλο, μας λέει η ιστορία, έχει και κοινωνική τάξη – η νέα μικροαστική τάξη κερδοσκόπησε πάνω στην ανισότητα του φύλου για να φτιάξει καριέρες, επαγγελματικές, επιστημονικές και πολιτικές, με όμοιο τρόπο που συνδικαλιστικές ηγεσίες κερδοσκόπησαν πάνω στους αγώνες των εργαζομένων. Ανάλογες διαδρομές βλέπουμε στο χώρο της οικολογίας.  
Ο Σεφεριάδης δεν αποδέχεται άκριτα την οπτική των «νέων» κοινωνικών κινημάτων, ιδιαίτερα όταν δημιουργούν μιαν αντίθεση με το παραδοσιακό κοινωνικό κίνημα, το κίνημα της εργατικής τάξης (δες λ.χ. το κείμενο στη σ. 80 κ.ε.). Γιατί το κίνημα της μισθωτής εργασίας, το κίνημα της νεωτερικότητας, έθεσε το γενικό αίτημα της απελευθέρωσης από τους ποικίλους καταναγκασμούς. Είναι αναγκαίο, συνεπώς, να δεχθούμε την ιεράρχηση των αιτημάτων μέσω μιας πορείας διαλεκτικής έντασης, που σημαίνει την αναγνώριση των διαφορών και αποστάσεων ως πρώτο αναγκαίο βήμα, πορεία όπου οι όροι της αντιπαράθεσης εκλογικεύονται και οργανώνουν μια ενότητα υπέρβασης των ειδικών αιτημάτων, μια μορφή γκραμσιανής ηγεμονίας, στην οποία, το οικονομικό παραμένει καθοριστικό, αλλά όχι απολύτως καθοριστικό.
Πώς μπορεί να δεθεί το μικρό με το μεγάλο, το ειδικό με το γενικό, το τοπικό με το εθνικό και το εθνικό με το παγκόσμιο, το περιβάλλον με την εργασία; Πώς θα μπορέσουμε στο ζήτημα των «ταυτοτήτων» που, σε μια όχι τόσο ακραία εκδοχή τους, οδηγεί σε προσεγγίσεις μεθοδολογικής και πολιτικής εξατομίκευσης, να κρατήσουμε ζωντανή ως έννοια και γόνιμη ως αναλυτική κατηγορία την κοινωνική τάξη; 
Είχα την τύχη να μου ζητηθεί προσφάτως να επιμεληθώ την ελληνική έκδοση του βιβλίου του David Harvey «Δρόμοι και Τρόποι του Κόσμου». Πρόκειται επίσης για ένα βιβλίο συλλογής άρθρων. Μεταξύ αυτών, στο άρθρο που επιγράφεται «Μαχητική Ιδιαιτερότητα και Παγκόσμιες Φιλοδοξίες» ο Harvey αναφέρεται στην προσωπική του εμπλοκή σε μια κινηματική καμπάνια για τη διάσωση του εργοστασίου αυτοκινήτων Morris στο Cowley στην Οξφόρδη το 1988. Αυτό που ήταν το επίδικο αντικείμενο ήταν η διάσωση των θέσεων εργασίας, ήδη σημαντικά μειωμένων, ενώ οι υπόλοιπες σταδιακά μετατρέπονταν σε κακοπληρωμένες και ασταθείς. Αλλά η προοπτική ήταν να κλείσει το εργοστάσιο και στους χώρους να γίνει μια «εξευγενισμένη αστική ανάπλαση».
Ο Harvey περιγράφει το δίλημμα του ακαδημαϊκού: Πώς να συμμετέχει ενεργά σε μια καμπάνια που τη θεωρεί αλυσιτελή, αφ’ ενός, ενώ οι παγκόσμιες τάσεις στην ανάπτυξη της αυτοκινητοβιομηχανίας, το ζήτημα του περιβάλλοντος, η αντίθεση στον καταναλωτισμό, που συνδέεται με τη χρήση του αυτοκινήτου, κλπ, τον οδηγούν στο να ευνοήσει μάλλον, παρά να αντισταθεί, στα προγράμματα αστικής ανάπλασης; Αλλά πώς θα ησυχάσει και την άλλη του συνείδηση, όταν γνωρίζει ότι η απώλεια των θέσεων εργασίας θα σημάνει τον μόνιμο αποκλεισμό από την εργασία, τη φτώχεια και την περιθωριοποίηση;
   Με βαριά καρδιά και με διαφωνίες συμμετέχει, με συγκρούσεις που τον απομακρύνουν από το συνδικαλιστικό κίνημα. Μιλάει, λοιπόν, για την «μαχητική ιδιαιτερότητα», τον μαχητικό κινηματικό αυτο-αποκλεισμό των εργατών από τον κοινωνικό τους περίγυρο (την υπόλοιπη πόλη), αναζητά την ερμηνεία στα μυθιστορήματα του Raymond Williams και, παραδόξως, αποφεύγει να καταφύγει στον Perry Anderson, που από τη δεκαετία του 1960 έχει θέσει το ζήτημα της αγγλικής ιδιαιτερότητας και του οικονομισμού των συνδικάτων.
Νομίζω ότι στο δίλημμα του Harvey, αυτό που θα ονόμαζα «αδυναμία λήψης αποφάσεων σε ένα υπερπροσδιορισμένο περιβάλλον», τυπική των ακαδημαϊκών διανοούμενων, έρχεται να απαντήσει, εμμέσως, πλην σαφώς, ο Σεφεριάδης. Στο δίλημμα «θεωρία ή πολιτική – κινηματική δράση» υπάρχει απάντηση, στο βαθμό που η θεωρία δεν γίνεται αυτοσκοπός, που η θεωρία δεν εξαντλεί την παρουσία της σε βιβλία, άρθρα, αίθουσες συνεδρίων και σεμιναρίων, στο βαθμό που η θεωρία δεν ξεχνιέται στο όνομα μιας πολιτικής της τέχνης του εφικτού, αλλά διαλέγεται με τα κινήματα, μπολιάζει και μπολιάζεται από αυτά. Στο βαθμό που η θεωρία, η θεωρία των κοινωνικών επιστημών, δεν κατανοεί τον εαυτό της ως ουδέτερη, υπερβατική και απόμακρη, αλλά ως πεδίο το οποίο διαπερνάται και ορίζεται από τις κοινωνικές συγκρούσεις.
Με τις σκέψεις αυτές, που μπορεί να τις θεωρήσατε αισιόδοξες, αλλά φοβάμαι ότι είναι απελπιστικά παράταιρες στη σύγχρονη πανεπιστημιακή πραγματικότητα, να μου επιτρέψετε να ολοκληρώσω την παρουσίαση ενός πολύ σημαντικού βιβλίου σπάνιου επιστημονικού ήθους και μαχητικότητας.   
        

     

      

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017

ΑΠΕΡΓΙΕΣ, ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΚΑΙ "ΣΚΟΥΠΙΔΙΑΡΗΔΕΣ"

Αν ήμουν θεός σ' αυτή τη χώρα, με δύναμη θεϊκή, όχι της πλάκας, θα έκανα τα πάντα να συνεχιστεί η απεργία των εργαζομένων στη "συλλογή" των σκουπιδιών μας.


Όχι τόσο για να εξασφαλίσουν την εργασία τους (ναι, και γι' αυτό), ούτε για να πλήξω την κυβέρνηση. Αυτό το κάνει μόνη της μια χαρά.



Αλλά θα συνέχιζα την απεργία μέχρι οι ηλίθιοι κάτοικοι αυτής της Γης καταλάβουν πόσο εξαρτημένοι είναι από την εκτέλεση των εργασιακών καθηκόντων ομάδων που τις κοιτάμε αφ' υψηλού και με τη μύτη επάνω:
Σκουπιδιάρηδες, λοιπόν, καθαρίστριες, νοσοκόμες, συνοδοί ηλικιωμένων και παιδιών, τραυματιοφορείς, πυροσβέστες, ντελιβεράδες, άνθρωποι του μόχθου, του σωματικού μόχθου.

"Επαγγέλματα χαμηλού κοινωνικού κύρους", όπως είπε κάποτε κάποιος και γίναμε μπίλλιες.

Ναι, είμαστε απόλυτα εξαρτημένοι από αυτούς, τους ταπεινούς που ιδρώνουν και βρωμίζουν τα χέρια τους για να νομίζουμε τα δικά μας καθαρά, που διακινδυνεύουν με αρρώστιες για να μείνουμε εμείς υγιείς.

Ναι, βεβαίως, και η δική τους ζωή εξαρτάται από τη δική μας δουλειά. Μόνο που τους ζητάμε, ή απαιτούμε κιόλας, να μας σέβονται γι' αυτό που κάνουμε, ό,τι είναι αυτό που κάνουμε.

Και πρέπει επιτέλους να δείξουμε και εμείς το σεβασμό μας σ' αυτό που κάνουν, και κάτι περισσότερο: Ευγνωμοσύνη.

Γιατί χωρίς τους σκουπιδιάρηδες δε ζούμε. Χωρίς του γελοίους και γελοίες των τηλεοπτικών μας εκπομπών, ζούμε μια χαρά.



Αν ήμουν θεός, θα συνέχιζα την απεργία τους μέχρι όλοι εδώ και εκεί και πιο πέρα νοιώσουν καλά τη σημασία της δουλειάς τους.

Αν ήμουν θεός. Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν είμαι. Δεν μπορώ να κάνω μαγικά. Μπορώ μόνο να γράφω, ελπίζοντας ότι κάτι θα διαβαστεί από κάποιους, κάτι μπορεί να αλλάξει, λίγο, σε έναν ή μία. 
Κι αυτό είναι ακόμη ένα επιχείρημα που συνηγορεί για την δύναμη των "ταπεινών" έναντι των "διανοούμενων".


Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

DAVID HARVEY ΔΡΟΜΟΙ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

DAVID HARVEY

ΔΡΟΜΟΙ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ – ΧΩΡΟΣ - ΤΟΠΟΙ


Από τις εκδόσεις Angelus Novus εκδόθηκε η ελληνική έκδοση του βιβλίου του David Harvey «Δρόμοι και Τρόποι του Κόσμου» σε μετάφραση του Γιάννη Βογιατζή. Ο εκδότης Τάσος Ευσταθίου, φίλος καλός και παλιός από την εποχή του Πολίτη, με τίμησε αναθέτοντας την επιστημονική επιμέλεια.


Το κείμενο αυτό είναι μια πρώτη παρουσίαση του βιβλίου. Ελπίζω σύντομα να μπορέσω να σταθώ περισσότερο συστηματικά σε δύο σημαντικά ζητήματα: στον μαρξισμό του Harvey, δηλαδή στον τρόπο που ο Harvey κατανοεί και χρησιμοποιεί τις μαρξιανές κατηγορίες, και στο θέμα της «ιδιαιτερότητας», όπως αυτή αναπτύσσεται στο Κεφάλαιο 8 του βιβλίου, σε σχέση με τη διαμάχη για τον αγγλικό εργατισμό, μια διαμάχη που ξεκίνησε ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 με τον Perry Anderson και τον Tom Nairn στο New Left Review για να κορυφωθεί στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και τις αρχές της δεκαετίας του 1980 με τις παρεμβάσεις του Eric Hobsbawm και του Stuart Hall στο Marxism Today.   
Ο David Harvey είναι τόσο γνωστός στο ελληνικό κοινό, ώστε η παρουσίαση του ίδιου και του έργου του να είναι περιττή. Γεωγράφος, καθηγητής στα επιφανέστερα Πανεπιστήμια της Αγγλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, συγγραφέας πολλών βιβλίων, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν μεταφραστεί και στα ελληνικά, μαρξιστής, με τις μαγνητοσκοπημένες διαλέξεις του στους πρώτους δύο τόμους του Κεφάλαιου να είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς στη διαδικτυακή κοινότητα, τακτικός επισκέπτης της χώρας μας, με σειρά διαλέξεων στα πλαίσια του Σεμιναρίου Ριζοσπαστικής Γεωγραφίας που οργάνωνε ο Κωστής Χατζημιχάλης στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, δεν επιτρέπει στον σχολιαστή του νέου βιβλίου του μια τυπική ή μια εύκολη παρουσίαση.



Το βιβλίο, του οποίου η έκδοση στα αγγλικά έγινε το 2016, έχει τον τίτλο «The Ways of the World», που αποτυπώνει με ακρίβεια, αλλά και με αμφισημία, το περιεχόμενό του: Αφ’ ενός υποδεικνύει τη σχέση του συγγραφέα με το επιστημονικό του αντικείμενο, τη γεωγραφία, την κοινωνική οργάνωση του χώρου και τις μεταβολές που σημειώνονται στο χώρο, στη μεγάλη, την παγκόσμια, και τη μικρή, την τοπική, κλίμακα. Ο Harvey χαράζει διαδρομές στο χώρο και στο χρόνο και μας καλεί να τον ακολουθήσουμε. Μας ταξιδεύει σε χώρες και πόλεις, από τη Βαλτιμόρη στην Οξφόρδη, από το Παρίσι στην Κίνα, σε χώρους με σημαίνον περιεχόμενο – στο γκέτο, στο εργοστάσιο, στη Sacré Coeur στη Μονμάρτη. Μας ταξιδεύει στο χρόνο, από το Παρίσι της Κομμούνας στην αποβιομηχάνιση της Βρετανίας και στην Κίνα του σήμερα. Και χαράζει αυτές τις διαδρομές    αναδεικνύοντας τους κοινωνικούς μηχανισμούς, τις πολύπλοκες κοινωνικές διεργασίες που δομούν πολλαπλώς τον χώρο για να δεχθούν, με τη σειρά τους, τις επιδράσεις του. Διαδρομές κυριολεκτικές, χωροχρονικές, μια ιδιότυπη και συναρπαστική περιήγηση.
Αφ’ ετέρου, ο τίτλος του βιβλίου αποτυπώνει την προσωπική διαδρομή του συγγραφέα στην επιστήμη του, την αφετηρία, τις επιρροές που δέχθηκε, τις πορείες αναζήτησης και τις καμπές και αναθεωρήσεις, τη μαθητεία του, εν τέλει, θεωρητική και εφαρμοσμένη, όπως υποδηλώνεται από τη slung ερμηνεία του τίτλου. Εδώ ο Harvey χαράζει διαδρομές μιας διαφορετικής υφής: διαδρομές σε θεωρίες και έννοιες, ανασύροντας, επεξεργαζόμενος, ανασυνθέτοντας, απορρίπτοντας και τροποποιώντας μια πλούσια παρακαταθήκη, ένα θεωρητικό οπλοστάσιο που κρίνεται από την ικανότητά του να «απομαγεύσει» τον κόσμο, να υπερβεί τη δέσμευση του φαινομένου και να το καταστήσει νοητικά προσπελάσιμο, κατανοητό. Και το θεωρητικό του οπλοστάσιο είναι ιδιαίτερα εκτεταμένο και χρησιμοποιείται με αποτελεσματικότητα, αλλά και διεισδυτικά: Περιλαμβάνει, φυσικά, την κοινωνική γεωγραφία, την πολιτική οικονομία, την ιστορία, τη φιλοσοφία, τις φυσικές επιστήμες, αλλά και την κριτική φιλολογία. Ίσως με κάποια υπερβολή, ο D. Gregory, προλογίζοντας έναν συλλογικό τόμο αφιερωμένο στη συνεισφορά του Harvey, σημειώνει: «το έργο του εξαπλώνεται σε περισσότερα από σαράντα χρόνια και έχει ταξιδέψει στα πεδία περισσότερο από σαράντα επιστημονικών αντικειμένων».[1] Ένα πλήθος επιστημών και γνωστικών αντικειμένων ανακαλούνται και αποκαλύπτονται στην προσωπική του διαδρομή. Κι αυτή η περιήγηση είναι εξ ίσου, αν όχι περισσότερο, γοητευτική με την άλλη. Οπωσδήποτε είναι περισσότερο κοπιαστική και επικίνδυνη, αλλά και περισσότερο ανταμείβουσα. Γιατί τα επιστημονικά μονοπάτια φαίνονται εύκολα μόνο στο οκνηρό μυαλό. Για τους υπόλοιπους, όπως ο Harvey, είναι δύσβατα, κακοτράχαλα, κρύβουν παγίδες, είναι γεμάτα από συγκρούσεις, αναθεωρήσεις, επιστροφές σε ελικοειδείς και, συχνά, αδιέξοδες παρακάμψεις. Αλλά η απόλαυση από την υπέρβαση της κακοτοπιάς, έστω και προσωρινά, έστω και αν στην επόμενη στροφή οι δυσκολίες θα αποδειχθούν πολλαπλάσιες, είναι το μοναδικό κίνητρο και η ύψιστη αμοιβή του επιστήμονα. 
Τα ένδεκα κείμενα που αποτελούν το βιβλίο σκιαγραφούν με ενάργεια τη διαδρομή, με τις στροφές και επιστροφές της, και τους διαδοχικούς επιμέρους στόχους, τα σφάλματα και τις επιδιορθώσεις, αλλά και τις εμμονές. Γιατί ο βασικός στόχος όλης της διαδρομής του Harvey παραμένει αμετάβλητος, πολικός αστέρας προσανατολισμού, η ένταξη των διαστάσεων του χώρου στην πολιτική οικονομία του Μαρξ. Σ’ αυτό το μεγαλειώδες εγχείρημα, μια οιονεί επιστημονική επανάσταση, όπως ο ίδιος την προαναγγέλλει στο πρώτο κείμενο, στην επιστήμη της γεωγραφίας, δεν απαιτείται μόνο μια δραστική μεταβολή στον τρόπο που κατανοείται ο χώρος, αλλά επίσης μια δραστική προσαρμογή της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, ικανής να εντάξει τις χωρικές λειτουργίες και διαδικασίες στο πλαίσιό της. Ο στόχος αυτός επιβάλλει την εκ νέου ανάγνωση του Μαρξ, όχι από την οπτική του φιλοσόφου ή του οικονομολόγου, αλλά του γεωγράφου που κατανοεί το χώρο ως κοινωνικό γεγονός, ως παραγόμενο φαινόμενο κοινωνικών διεργασιών, σύνθετων και αντιφατικών, ως προσωρινή και αβέβαιη κρυστάλλωση της κοινωνικής δυναμικής και των κοινωνικών συγκρούσεων. Αλλά και του χώρου, που με τη σειρά του, που παρεμβαίνει δυναμικά στην κοινωνική μεταβολή και στις κοινωνικές διεργασίες.
Ο προγραμματικός χαρακτήρας διακρίνεται ευχερώς στα τρία πρώτα κείμενα του βιβλίου. Γραμμένα στη δεκαετία του 1970 προετοιμάζουν το βιβλίο που επιχειρεί μια πρώτη σημαντική ανασύνθεση της γεωγραφίας και του μαρξισμού, το The Limits to Capital (1982).  Ας δούμε την εξέλιξη. Πρώτο στάδιο η αμφισβήτηση (Κεφάλαιο 1), δεύτερο στάδιο η μελέτη του «χώρου» και οι πειραματισμοί (βιβλίο Social Justice and the City και Κεφάλαια 2 και 3 στο παρόν βιβλίο), τρίτο στάδιο η θέση (βιβλίο - The Limits to Capital).   
Το Κεφάλαιο 1, γραμμένο το 1971 κι δημοσιευμένο το 1972, αποτελεί μια ιδιότυπη κριτική της συμβατικής, θετικιστικής και ποσοτικοποιημένης, θεωρίας του χώρου και των εφαρμογών της στην κατανόηση της εμφάνισης και διατήρησης των γκέτο ή, γενικότερα, των υποβαθμισμένων αστικών φτωχογειτονιών.  Αποδεχόμενος, εν μέρει, την επιστημολογική θεώρηση του Kuhn, ο Harvey δεν αμφισβητεί το κύρος της θετικιστικής προσέγγισης – ο ίδιος, άλλωστε, έχει συνεισφέρει στην κριτική της ανάπτυξη με το βιβλίο Explanations in Geography, (1969) -, αλλά διαπιστώνει την αδυναμία της να προσφέρει δυνατότητες περαιτέρω εξέλιξης στη θεωρία και τις εφαρμογές της. Θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο μιας διατριβής, εν προκειμένω, η χαρακτηριστική πρόταση «θέλουμε να πάψει να είναι αληθινή η θεωρία του φον Τύνεν για την αγορά ακινήτων στις πόλεις», προτείνοντας τη μεταβολή των συνθηκών που της επιτρέπουν να επαληθεύεται. Ο θετικιστής Harvey αποδέχεται τα ευρήματα, όπως τα ερμηνεύει η συμβατική θεωρία, ο κοινωνικά κριτικός Harvey καταφεύγει στον βολονταρισμό, σε πρώτο επίπεδο, με αυτό το εμφατικό «θέλουμε», ή σε ένα λιγότερο προφανές πολιτικό πρόγραμμα. Η κριτική, συνεπώς, προς τη συμβατική θεωρία προέρχεται από την οπτική της κοινωνικής δικαιοσύνης: Οι συνθήκες αρχικής ανισότητας αναπαράγονται οξύνοντας τις ανισότητες. Οι αναφορές στη μαρξιστική φιλολογία περιλαμβάνουν τα πρώιμα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα και τη Γερμανική Φιλοσοφία του Μαρξ και την Κατάσταση της Εργατικής Τάξης στην Αγγλία του Ένγκελς, δηλαδή, κατά μία εκδοχή, στον Μαρξ πριν από τον Μαρξ. 
Η προσπάθεια να γίνει χρηστικός ο μαρξισμός σηματοδοτεί και το βιβλίο του Social Justice and the City (1973), στο οποίο ενσωματώνει, ως προοίμιο των «σοσιαλιστικών μορφοποιήσεων» του 2ου Μέρους το άρθρο του για τα γκέτο. Αυτό που απασχολεί τον Harvey είναι η μέθοδος του Μαρξ, την οποία προσεγγίζει μέσω της επιστημολογίας του Piaget και της προσέγγισης του Ollman για τα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα. Μπορεί η «μέθοδος του Μαρξ» να διευκολύνει την κατανόηση των φαινομένων του χώρου; Η απάντηση είναι επιφυλακτικά θετική. Ο μαρξιστής Harvey δεν είναι ακόμη μαρξιστής.      
Αλλά γίνεται. Με έναν ιδιότυπο τρόπο που αποκαλύπτεται στα δύο επόμενα Κεφάλαια του βιβλίου. Ο Harvey επιχειρεί μια πρωτογενή ανάγνωση του Μαρξ. Στο Κεφάλαιο 2 δεν υπάρχει καμία άλλη αναφορά, παρά μόνο στον Μαρξ – στο Κεφάλαιο και στα Grundrisse -, στο μισό άρθρο που εμπεριέχεται στο βιβλίο ως Κεφάλαιο 3 δεν υπάρχει καμία παραπομπή. Σε μια περίοδο, όπως η περίοδος της δεκαετίας του 1970 που οι ενδομαρξιστικές διαμάχες είναι στο απόγειό τους – τουλάχιστον στην ακαδημαϊκή κοινότητα – ο Harvey φαίνεται να αναζητά μια προσωπική ερμηνεία του Μαρξ, αδιαφορώντας για την τρέχουσα συζήτηση.
Απομονωτικός ελιτισμός ή τι; Είναι μια στάση αποστασιοποίησης ή μια στάση υποταγμένη στο στόχο; Σαφώς το δεύτερο. Η διαμάχη για την ερμηνεία του Μαρξ στη δεκαετία του 1970 πολύ λίγα έχει να προσφέρει στην ανασύνθεση που επιζητά, στην ένταξη του χώρου στην πολιτική οικονομία του Μαρξ, που επιχειρεί. Αλλά τη διαμάχη τη γνωρίζει καλά, όπως φαίνεται, άλλωστε, στο The Limits to Capital. Το Κεφάλαιο 2 αποτελεί, συνεπώς, ένα πρώτο διάβασμα του ώριμου Μαρξ, το Κεφάλαιο 3 μια προσπάθεια επανερμηνείας του Μαρξ, υπό την επίδραση του H. Lefebvre, αλλά και – στο πιο εφαρμοσμένο τμήμα του που δεν έχει περιληφθεί στο βιβλίο αυτό– του E. Mandel και της θεωρίας των μακρών κυμάτων συσσώρευσης του κεφαλαίου. Μια πειραματική προσπάθεια.
Είναι σαφές ότι οι πειραματισμοί ολοκληρώνονται στο The Limits to Capital. Εδώ έχουμε την πλήρη ανάπτυξη του Harvey ως θεωρητικού με εξαιρετική γνώση της μαρξιανής θεωρίας που εκφέρει μια διακριτή ερμηνεία, εντάσσοντας το χώρο ως δρώσα μεταβλητή, ως ενεργό παράγοντα, στη μαρξιανή σύνθεση. Όμως, για να το πετύχει αυτό, στα τελευταία τρία Κεφάλαια του The Limits to Capital, υποχρεώθηκε να προβεί σε μια ριζική εκ νέου ερμηνεία του Κεφαλαίου, η οποία, παρά τις επιμέρους διαφωνίες και τα προφανή σφάλματα, υπήρξε γόνιμη, όσο και αναγκαία.  
Όσοι και όσες από σας κουραστήκατε από την πολιτική οικονομία, μπορείτε να απολαύσετε το επόμενο Κεφάλαιο. Το Κεφάλαιο 4 είναι δημοσιευμένο το 1979 και εκ νέου στο βιβλίο Paris, Capital of Modernity (2003) και είναι μια αριστουργηματική αφήγηση της ιστορίας της εκκλησίας της Ιερής Καρδιάς (Sacré Coeur) στο λόφο της Μονμάρτης. Μέσα από την αφήγηση ο Harvey ξεδιπλώνει ιστορίες, καταστάσεις, πρόσωπα, στρατηγικές εξουσίας, που συνθέτουν την κρίσιμη εποχή της Παρισινής Κομμούνας με την τραγική κατάληξή της αποτυπωμένη στο επίγραμμα GALLIA POENITENS – Η Μετανοούσα Γαλλία, η Γαλλία που υποτάσσεται στον Καθολικισμό εκ νέου, ακυρώνοντας – ευτυχώς, προσωρινά μόνο - το κοσμικό κράτος (laïcité) της Γαλλικής Επανάστασης. Ο Harvey επιστρέφει μ’ αυτή τη γλαφυρή αφήγηση στα πρώτα επιστημονικά του ενδιαφέροντα, στην κοινωνική ιστορία και στο διδακτορικό του (Aspects of Agricultural and Rural Change in Kent, 1815 – 1900), αλλά μόνο για να επιβεβαιώσει τη θέση του για τις σύνθετες κοινωνικές διεργασίες που αφήνουν τα αποτυπώματά τους στον αστικό ιστό, ή ορθότερα, τον δομούν και τον οργανώνουν. Μακάρι να το διάβαζαν πολλοί ιστορικοί μας που ασχολούνται με τις περιπτώσεις, για να κατανοήσουν πώς πρέπει τα «μικρά ιστορικά γεγονότα», οι περιπτώσεις, να ενταχθούν στη μεγάλη εικόνα της ιστορίας.
Το Κεφάλαιο 5 προέρχεται από το βιβλίο του Η Κατάσταση της Μετανεωτερικότητας, δημοσιευμένο και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο (2007). Ο Harvey επιχειρηματολογεί πειστικά για το πώς ο χρόνος και η γεωγραφία συνδέονται και πώς οι σύγχρονες παραγωγικές και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες ανασυνθέτουν το χώρο μέσω της συστολής του χρόνου, την επιτάχυνση των μεταφορών εμπορευμάτων, τη διαχείριση των αποθεμάτων, το ακαριαίο των χρηματικών συναλλαγών, την ταχύτητα διάδοσης της πληροφορίας. Ο Harvey συνδέει τις μεταβολές αυτές με την έννοια της «ευέλικτης συσσώρευσης», πολυσυζητημένη και δημοφιλή εκείνη την εποχή, ιδιαίτερα μεταξύ των περιφερειολόγων, έναν ακόμη νεολογισμό με ασαφές περιεχόμενο. Ο ίδιος ο Harvey τον εγκατάλειψε στη συνέχεια, αποδίδοντας στο φαινόμενο το ουσιαστικό του χαρακτήρα: Νεοφιλελευθερισμός. Άλλωστε, τόσο το Κεφάλαιο 5, όσο και το βιβλίο από το οποίο προέρχεται, θαυμάσια διαβάζονται και στέκουν θεωρητικά χωρίς την έννοια αυτή. Σε κάποια αρχική μορφή, σπερματική ίσως, οι αναλύσεις του Harvey μπορεί να αναζητηθούν στον Ύστερο Καπιταλισμό του E. Mandel και στην εκεί ανάλυση της μείωσης του χρόνου ανακύκλησης του κεφαλαίου ως αντισταθμιστικής διαδικασίας στο φθίνον ποσοστό του κέρδους, επέκταση των σύντομων παρατηρήσεων του Μαρξ στον 3ο Τόμο του Κεφαλαίου. Καθόλου αυτό δε μειώνει τη συνεισφορά και την πρωτοτυπία του Harvey. Απλώς επισημαίνεται ότι η έννοια της «ευέλικτης συσσώρευσης» δεν είναι θεμελιώδης στο επιχείρημά του.
Το Κεφάλαιο 6 τοποθετεί την ανάλυση στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης, ιδιαίτερα του αστικού χώρου. Ο Harvey επισημαίνει την τάση απομάκρυνσης ή μετριασμού των παραδοσιακών πολιτικών της τοπικής αυτοδιοίκησης, δηλαδή της προσφοράς αστικών υποδομών και υπηρεσιών προς τους δημότες, και εμπλοκής της σε έναν σχεδόν παγκόσμιο ανταγωνισμό, με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων. Επισημαίνει, δηλαδή, τη μετατόπιση της τοπικής αυτοδιοίκησης προς δραστηριότητες προβολής πραγματικών ή υποτιθέμενων πλεονεκτημάτων προς τον επιχειρηματικό κόσμο, αλλά και την ενεργό συμμετοχή της ως συμπράττουσας δύναμης – δευτερεύουσας, αλλά σημαντικής – σε επενδυτικά σχέδια ιδιωτικών συμφερόντων. Ο Harvey τονίζει τον αναδιανεμητικό ρόλο των συμπράξεων δημοσίου – ιδιωτικού τομέα προς όφελος των ισχυρότερων οικονομικών στρωμάτων. Το κείμενο διατηρεί την αναλυτική και πολιτική του σημασία και θα ήταν χρήσιμο να μελετηθεί επισταμένως από εκείνους και εκείνες που φιλοδοξούν η τοπική αυτοδιοίκηση να διαδραματίσει έναν κοινωνικά ευαίσθητο ρόλο. Η ανάλυση της τοπικής πολιτικής που επιχειρεί, η οποία βασίζεται σε μια γκραμσιανή θεώρηση με επιδράσεις από τον Πουλαντζά, θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και προσφέρεται για γόνιμες εμπειρικές προσεγγίσεις.
Το Κεφάλαιο 7 αποτελεί επίσης ένα φιλόδοξο και, εν πολλοίς, πειραματικό σχέδιο. Ο Harvey εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο κατανοείται η φύση από τις διακριτές – οκτώ καταγράφει – εκδοχές οικολογικών αναζητήσεων, επισκοπώντας τις πολιτικές, επιστημονικές και φιλοσοφικές – με ιδιαίτερη αναφορά στον Heidegger – καταβολές τους. Το κύριο επιχείρημα του είναι ότι η φύση διαφεύγει των μηχανισμών αποτίμησης της αγοράς. Αν και δεν αναφέρεται στον Polanyi, η προσέγγισή του Harvey είναι πολύ κοντά στην έννοια του «πλασματικού εμπορεύματος». Επίσης συναφής με την αντίληψη του Polanyi είναι η θεώρηση της γης και της φύσης ως στρατηγικών πεδίων κοινωνικών συγκρούσεων, στις οποίες διακυβεύεται η κοινωνική αναπαραγωγή χωρικά εντοπισμένων κοινοτήτων. Ο πειραματικός χαρακτήρας του κειμένου έγκειται στην προσπάθεια εφαρμογής της αρχής της συμπληρωματικότητας της κβαντομηχανικής στην ανάλυση των κοινωνικών φαινομένων μέσω της υπέρβασης της διάκρισης μεταξύ «αντικειμένου» και «διαδικασίας». Παραδόξως, ίσως και χωρίς την απόλυτη κατανόηση από τον ίδιο, αυτή η μετατόπιση των αρχών της κβαντομηχανικής στην κοινωνική θεωρία οδηγεί σε μια ανάγνωση της κοινωνικής δυναμικής πλησιέστερα στον Foucault παρά στον Μαρξ: Οι σχέσεις ιεράρχησης των κοινωνικών καθορισμών εγκαταλείπονται, γεγονός που οδηγεί τον Harvey στα πρόσφατα έργα του (Δεκαεπτά Αντιφάσεις και το Τέλος του Καπιταλισμού και Το Αίνιγμα του Κεφαλαίου) να αποδέχεται μια πλουραλιστική θεώρηση ισοδύναμων μη ιεραρχημένων παραγόντων και διαδικασιών. Το ζήτημα είναι, βεβαίως, τεράστιο για να παρουσιαστεί, έστω και στοιχειωδώς στα πλαίσια μιας σύντομης βιβλιοπαρουσίασης, αλλά με πολύ σημαντικές συνέπειες, θεωρητικές και πολιτικές.
Η έλλειψη των ιεραρχικών καθορισμών γίνεται εμφανής στο Κεφάλαιο 8, όταν ο Harvey εξιστορεί την εμπλοκή του στην καμπάνια διάσωσης του εργοστασίου της Morris στην Οξφόρδη στο τέλος της δεκαετίας του 1980. Ο Harvey συμμετέχει ενεργά, αλλά διαφωνώντας με τον εργατισμό που συνέχει το εργατικό συνδικάτο, αναζητά τη δημιουργία ενός ευρύτερου κινήματος της πόλης. Φαίνεται να υπονοεί ότι η μάχη είναι χαμένη, το εργοστάσιο θα κλείσει και ο χώρος του θα παραδοθεί σε ένα νέο σχέδιο οικιστικής ανάπλασης. Ο μαχητικός εργατικός αγώνας είναι μια έκφραση ενός particularism, μιας συνεκτικότητας της ομάδας εδαφοποιημένη στο εργοστάσιο, ο διανοούμενους Harvey έχει την ευρεία εικόνα, φιλοδοξεί για έναν παγκόσμιο επανακαθορισμό των πολιτικών προτεραιοτήτων. Όχι τυχαία επικαλείται τη φιλολογία, τα μυθιστορήματα του Raymond Williams, αναζητώντας να κατανοήσει αυτή ακριβώς τη μαχητική συνεκτικότητα που απομονώνει την ομάδα των εργατών, ενώ, ταυτοχρόνως, τους δίνει τη δύναμη να διεκδικήσουν, έστω και προσωρινά, την αξιοπρέπεια του αγώνα. Θεωρώ ότι το κείμενο αυτό, μαζί με το κείμενο για τη Sacré Coeur, τα αληθινά διαμάντια του βιβλίου. Το Κεφάλαιο 8 επιδέχεται πληθώρα αναγνώσεων, ίσως και ψυχαναλυτικών, αλλά οπωσδήποτε κοινωνιολογικών και πολιτικών για τη σχέση διανόησης – εργατικού κινήματος. Μόνο που για τον Harvey το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να είναι πια το υποκείμενο της αλλαγής των κοινωνικών σχέσεων – όχι, τουλάχιστον, μόνο του. Και στο θέμα επανέρχεται στα τελευταία Κεφάλαια, το 10ο και 11ο, αναζητώντας τη στρατηγική ανασύνθεσης και αποτελεσματικής αντίστασης, αποδεχόμενος, κατά τη γνώμη μου εσφαλμένα, την προτεραιότητα των κινημάτων της πόλης. Άλλο ένα τεράστιο ζήτημα προς συζήτηση.
Το Κεφάλαιο 9 και το Κεφάλαιο 10 είναι περισσότερο αναλυτικού χαρακτήρα. Στο Κεφάλαιο 9 ο Harvey συνοψίζει το βιβλίο του Ο Νέος Ιμπεριαλισμός, επιχειρηματολογώντας, ορθώς, ότι η πρωταρχική συσσώρευση, η δημιουργία δηλαδή του προλεταριάτου, δεν είναι μια διαδικασία του παρελθόντος, είναι μια μόνιμη διαδικασία του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός αφαιρεί συνεχώς τα μέσα παραγωγής, τους βιοτικούς χώρους, εμπορευματοποιεί τις κοινωνικές σχέσεις στην οικογένεια, αντικαθιστά απλήρωτη εργασία με εμπορευματοποιημένες υπηρεσίες και υλικά αγαθά. Και ο νέος ιμπεριαλισμός, ο ιμπεριαλισμός στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού, εντείνει αυτή τη διαδικασία, τη διαρκή απαλλοτρίωση των παραγωγικών μέσων.
Το Κεφάλαιο 10 συνδέει την κρίση με τις φούσκες στην αξία της γης και των οικοδομών, με τη μεσολάβηση του χρηματιστικού κεφαλαίου. Δείχνει ότι του κραχ του 1929 προηγήθηκε μια φούσκα στις τιμές της γης, όπως ακριβώς στην κρίση του 2008. Η διαχείριση του αστικού ιστού από τα μη κερδοσκοπικά συμφέροντα προκύπτει ως αναγκαιότητα, και εδώ ο Harvey επανακάμπτει στα ζητήματα που έθεσε στο 1ο Κεφάλαιο για τη δημιουργία των γκέτο.
Στο Κεφάλαιο 11 ο Harvey επανέρχεται σε μιαν αντίληψη της κοινωνίας που συντίθεται από στοιχεία – σφαίρες και διαδικασίες που λειτουργούν αυτόνομα και αλληλοπροσδιορίζονται. Αρνούμενος την ύπαρξη ιεραρχικών σχέσεων προσδιορισμού, φθάνει, εκ νέου, σε έναν ιδιότυπο κοινωνιολογικό λειτουργισμό. Ιδιότυπο, γιατί στο λειτουργισμό του Durkheim και του Parsons ενυπάρχουν καθοριστικές σχέσεις, δομές, και διαδικασίες καθοριστικές.
Πρόκειται για ένα βιβλίο πολύτιμο. Γιατί μας επιτρέπει να σκεφτούμε, να συμφωνήσουμε και να διαφωνήσουμε, σε μια επιχειρηματολογία καθαρά διατυπωμένη. Και να ακολουθήσουμε το μεγάλο ταξίδι ενός σπουδαίου σύγχρονου διανοητή, στις αναζητήσεις της επιστημονικής αλήθειας, που όπως μας έχει πει πολλές φορές, είναι κοινωνικά μεροληπτική. Ο Harvey έδωσε και συνεχίζει να δίνει, στα 81 χρόνια του, ακούραστος και ανεξάντλητος, τη δική του μάχη στο θεωρητικό πεδίο, ίσως το δυσκολότερο πεδίο στο σύγχρονο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο. Τη δική του μάχη, που είναι, αναμφίβολα, και δική μας.                 
Να συμπληρώσω την παρουσίαση με έναν Πίνακα των αρχικών εκδόσεων των κειμένων που περιέχονται στο βιβλίο και με επισημάνσεις για τις ελληνικές εκδόσεις.
Καλό διάβασμα
        





ΤΙΤΛΟΣ
ΕΤΟΣ
ΠΗΓΗ
1
Revolutionary and Counter-Revolutionary Theory in Geography and the Problem of Ghetto Formation
1972
Antipode
2
The Geography of Capital Accumulation –
A Reconstruction of the Marxian Theory
1975
Antipode
3
The Urban Process under Capitalism –
A Framework Analysis
1978
International Journal of Urban and Regional Research
4
Monument and Myth
The Building of the Basilica of the Sacred Heart
1979
Association of American Geographers
5
Time-Space Compression and the Post-Modern Condition
1990
Κεφάλαιο 17 στο
The Condition of Postmodernity*
6
From Managerialism to Entrepreneurialism
The Transformation of the Urban Governance in Late Capitalism
1989
Geografiska Annaler
7
The Nature of Environment
The Dialectics of Social and Environmental Change
1993
Socialist Register
8
Militant Particularism and Global Ambition
1998
Social Text
9
The ‘New’ Imperialism
Accumulation by Dispossession
2003
Socialist Register
10
The Urban Roots of Financial Crises
Reclaiming the City for Anti-Capitalist Struggle
2012
Socialist Register
11
Capital Evolves
2010
Κεφάλαιο 5 στο
The Enigma of Capital and the Crises of Capitalism**
Ελληνικές Εκδόσεις:       * 2007 Μεταίχμιο
                                       ** 2011 Καστανιώτης

        
  
 
        
     
    

                                                               



[1]               N. Castree – D. Gregory (eds), David Harvey: A Critical Reader, 2006, Blackwell.