Είπα να γράψω ένα ανέκδοτο,
παλαιό ανέκδοτο, και ίσως γνωστό σε όλους, στο ΦΒ, και, μετά σκέφτηκα ότι αυτό
το μικρό αφήγημα είχε ένα νόημα πολύ πιο ενδιαφέρον από το προφανές και,
μάλιστα, πολύ πιο επίκαιρο. Πολλαπλώς επίκαιρο.
Είπα, λοιπόν, να προκαλέσω τους
φίλους του ΦΒ, να σκεφτούν και να βρουν αυτό το ελάχιστα κρυμμένο νόημα του
ανεκδότου. Είπα ότι το νόημα ήταν πολιτικό, και αυτή ήταν η μόνη βοήθεια που
μπορούσα να δώσω.
Το ανέκδοτο τώρα
Γιορτές, το ευρύ σόϊ συγκεντρώνεται και μέσα στα θέματα
του οικογενειακού κουτσομπολιού, τι άλλο; - ο θαυμασμός για το νεώτερο παιδάκι
της οικογένειας. Πέντε χρονών σκάρτα ο πιτσιρίκος τοποθετείται μπροστά στους
επισκέπτες που αρχίζουν τα σχόλια.
«Καλέ, κοίτα. Έχει τα μάτια του πατέρα του».
«Και το στόμα της μαμάς του».
«Στο πηγούνι ίδιος ο παππούς ο Βρασίδας».
«Στ' αυτιά όμως πήρε από
τον άλλο παππού».
«Κι μύτη του, δες: ίδιος ο
θείος Θανάσης, Μεγάλη και ίσια».
«Και τα μαλλιά τα πήρε από τη γιαγιά του».
«Μόνο το χρώμα. Είναι σπαστά σα της θείας της Μαρίας».
κλπ, κλπ, κλπ.
Ώσπου, το παιδάκι
αγανάκτησε, βαρέθηκε και είπε:
«Και το παντελόνι μου
είναι του μεγάλου μου αδελφού και το πουλόβερ του μεγάλου μου ξαδέλφου, και
μένα με λένε Γιώργο και εσείς είστε μαλάκες».
Επί της ουσίας, το ανέκδοτο δεν είναι καν ανέκδοτο, με τη διπλή έννοια του
ανεκδότου. Δεν προκαλεί τον γέλωτα, ούτε καν ένα χαμόγελο, δεν είναι, επίσης,
πρωτότυπο: Ουσιαστικά επαναλαμβάνει μια κοινή, κοινότατη σκηνή, παιγμένη εξακολουθητικά
και αναπότρεπτα. Αν ξαφνιάζει σε κάτι είναι η αντίδραση του μικρού Γιωργάκη
(τυχαίο το όνομα, μην κάνετε συνειρμούς από αυτό).
Ας αρχίσουμε, λοιπόν, από την αρχή. Τι μας λέει η ιστορία; Ένα μικρό παιδί
εμφανίζεται στην οικογενειακή και φιλική σύναξη και υπόκειται στον φυσιογνωμικό
έλεγχο από την ομήγυρη. Για ποιο λόγο αυτή η διαδικασία; Μα είναι μια
διαδικασία αναγνώρισης, αφ’ ενός, και εξοικείωσης, αφ’ ετέρου: Αναγνώρισης,
καθώς η ανίχνευση των χαρακτηριστικών επιβεβαιώνει τη γνησιότητα της πατρότητας,
έστω και μέσω των χαρακτηριστικών των συγγενών από τη μεριά του πατέρα.
Εξοικείωσης, διότι μέσω της αναγνώρισης το παιδί γίνεται αποδεκτό ως μέλος αυτής
της οικογένειας, σαρξ εκ σαρκός, δικό τους, οικείο.
Αυτή είναι η κοινότυπη τελετουργία που επαναλαμβάνεται εκάστοτε, έστω και
αν η επανάληψη την έχει μετατρέψει σε ασυνείδητη, άρα πιο βαθειά, πιο απρόσιτη,
πιο σκοτεινή.
Καλά μέχρι εδώ; Ας ελπίσουμε καλά.
Αλλά η πράξη εξοικείωσης υποδηλώνει και τη συνέχεια: Η αναγνώριση των
χαρακτηριστικών των συγγενών στα χαρακτηριστικά του παιδιού διακηρύσσει ότι η
οικογένεια έχει συνέχεια, έχει μέλλον, θα ζήσει μέσω του παιδιού, όταν οι
φέροντες τα χαρακτηριστικά έχουν πεθάνει. Στα μάτια, το στόμα, στη μύτη, στα
μαλλιά, στους μορφασμούς και στα σουσούμια αντανακλώνται όσοι δεν θα ζουν, αλλά
θα ζουν, παρά ταύτα, μέσω αυτού του παιδιού. «Σε βλέπω και μου θυμίζεις τη μάνα
σου, τον πατέρα σου …» το έχουμε πει όλοι μας πολλές φορές. Μου θυμίζεις,
δηλαδή αναβιώνεις τη μνήμη τους, τους ζωντανεύεις μέσα μου.
Και, ταυτοχρόνως, αυτή η εξοικείωση συνεπάγεται ένα ακόμα πιο σκοτεινό
πρόταγμα: Εκφράζει την ενδόμυχη ή ασυνείδητη επιθυμία μιας ομοιότητας που
υπερβαίνει τα επιφανειακά χαρακτηριστικά και περιλαμβάνει αρετές. Κι αν οι
ομοιότητες χαρακτηριστικών συνδέουν το παιδί με άτομο της οικογένειας αμφιβόλου
ηθικής ή ικανότητας, η αναγνώριση συνοδεύεται από την αποτροπή: «κοίτα μη
μοιάσεις στον προκομμένο ή στην προκομμένη».
Φαντάζομαι, στα απλουστευτικά αυτά οι ειδικοί ίσως να αναγνωρίζουν πράξεις
εκκοινωνισμού και διαχείρισης του λανθάνοντος μηνύματος, ίσως πάλι όχι. Κάθε
αντίρρηση αποδεκτή.
Γιατί το θέμα μου δεν είναι αυτό. Το θέμα μου είναι πολιτικό.
Και πώς μεταβαίνουμε από το οικογενειακό περιβάλλον στο πολιτικό; Μα φυσικά
μέσω της αλληγορίας.
Ένα νέο κόμμα γεννήθηκε πριν λίγα χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ. «Γεννήθηκε» ως κόμμα
διεκδικητής της πολιτικής εξουσίας, της κυβέρνησης, γιατί είχε ήδη πολλά χρόνια
πριν γεννηθεί και καμιά δεκαετία πριν αναγεννηθεί. Ως κόμμα αριστερό,
ριζοσπαστικό και κινηματικό, και όχι ως πολιτικός χυλός που ήταν κάποτε.
Και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κόμμα εν δυνάμει κυβέρνησης, ενεργοποιήθηκε η
διαδικασία αναγνώρισης – εξοικείωσης που λέγαμε πιο πριν: Το συριζόπαιδο ήρθε
και έμεινε, δεν εκδιώχθηκε ως αποπαίδι και μούλικο, παρά τις λάβρες αρχικές
προσπάθειες. Ήρθε και έμεινε, απρόσκλητο, αλλά μέσα στο σπίτι. Αναγνώριση και
εξοικείωση, η μόνη λύση.
Άρχισε λοιπόν η αναζήτηση των κοινών χαρακτηριστικών. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως νέοΠΑΣΟΚ,
ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα λαϊκίστικο, ο ΣΥΡΙΖΑ το ένα, ο ΣΥΡΙΖΑ το άλλο, μέχρι διαπλεκόμενο.
Σαρξ εκ σαρκός ή η ιστορία της κουτσονούρας αλεπούς, όπως αγαπάτε. Ο απατεώνας
δεν μπορεί παρά να θεωρεί και τους άλλους ως δυνητικά, τουλάχιστον, απατεώνες.
Αναγνώριση, εξοικείωση, αποτρεπτικά προτάγματα.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερο αποτρεπτικά προτάγματα προήλθαν από το
χώρο της ΔΗΜΑΡ, τους πλέον κοντινούς συγγενείς. Άλλη ιστορία αυτή.
Δε σας λέω τίποτε καινούργιο και βαρεθήκατε, το βλέπω. Για να φθάσουμε
λοιπόν στο φινάλε.
Ο μικρός Γιώργος της ιστορίας μας φώναξε αγανακτισμένος:
«Ναι, τα μάτια, το στόμα, η μύτη, τα μαλλιά, το
σαγόνι, το παντελόνι, το πουλόβερ, όλα, είναι σαν να ανήκουν σε άλλους και
κάποτε ήταν. Όμως εμένα με λένε Γιώργο και εσείς είστε μαλάκες».
Η απόλυτη δήλωση αυτονομίας και αυτοπροσδιορισμού. Ο μικρός Γιώργος λέει
μια κουβέντα και όλη η διαδικασία αναγνώρισης – εξοικείωσης καταρρέει. Μπορεί
να έχει τα χαρακτηριστικά και τα ρούχα, ακόμα, όλων αυτών, αλλά εκείνος είναι
ΕΚΕΙΝΟΣ, το μοναδικό άτομο που μετασχηματίζει τα επιμέρους στοιχεία που το
συναποτελούν σε μια μοναδική και ανεπανάληπτη σύνθεση. Ο Γιώργος
αυτοπροσδιορίζεται ως ιστορικό γεγονός, ανεπανάληπτο, συνέχεια και τομή,
διακριτός και αυθύπαρκτος.
Και αυτό είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να έχουν προστρέξει ΠΑΣΟΚοι, μικρολαμόγια,
καριερίστες, ιδιοτελείς, αλλά μας λέει, ή θέλω να μου πει, βροντερά:
ΕΙΜΑΙ Ο ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟΣ, ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΑΓΩΝΑ.
ΚΑΙ ΕΙΣΤΕ ΜΑΛΑΚΕΣ ΑΝ ΔΕ ΜΕ ΒΛΕΠΕΤΕ ΕΤΣΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου